Του Σωκράτη Βαρδάκη*
Τα οικονομικά δεδομένα δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες ανατιμήσεις, με περισσότερα από 500 προϊόντα πρώτης ανάγκης να παίρνουν μια τρομακτική αύξηση τιμών, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον προϋπολογισμό ενός νοικοκυριού. Υπέρογκες αυξήσεις, της τάξεως ακόμα και 50% πάνω, έγιναν ήδη αισθητές, στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και στο πετρέλαιο θέρμανσης, η διάθεση του οποίου πραγματοποιείται ακριβότερα, ακόμα και σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
Μπορεί το κύμα ακρίβειας να αφορά στην παγκόσμια οικονομία, ουδείς όμως μπορεί να παραβλέψει ότι η Κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, με μια ανυπέρβλητη απάθεια, λειτουργεί απλά ως παρατηρητής στις διεθνείς και πολύ περισσότερο εθνικές εξελίξεις. Με μαθηματική ακρίβεια, αν το αμέσως επόμενο διάστημα, δεν υλοποιηθούν αντισταθμιστικές πολιτικές για την ακρίβεια, θα δημιουργηθούν πιεστικές συνθήκες για κάθε δραστηριότητα, για κάθε φυσικό πρόσωπο.
Η κατάσταση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί εύκολα διαχειρίσιμη για οικογένειες, οι οποίες ήδη εξοικονομούν πολύ οριακά τα προς το ζην. Θα μειωθεί η κατανάλωση και η πλειονότητα των νοικοκυριών θα βρεθεί αντιμέτωπη με φτωχοποίηση, αδυνατώντας να ανταποκριθεί όχι μόνο απέναντι σε υποχρεώσεις, αλλά πλέον απέναντι στον βιοπορισμό της.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η Κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει κανένα ουσιαστικό σχέδιο αντιμετώπισης της ακρίβειας. Ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, εξαπάτησε για ακόμα μια φορά τον ελληνικό λαό, εξαγγέλοντας ένα πρόγραμμα επιδότησης ύψους 150 εκατομμυρίων. Την ίδια ακριβώς στιγμή, η επιβάρυνση από την αύξηση της χονδρικής τιμής του ρεύματος υπολογίζεται, μέχρι την άνοιξη, να ανέρχεται σε 1 δισ. ευρώ, κάνοντας δηλαδή μια τρύπα στο νερό.
Η εκρηκτική αύξηση των τιμών της ενέργειας, αύξησαν το κόστος παραγωγής, το οποίο, απουσία ευρωπαϊκών πολιτικών, μετακυλίεται στους καταναλωτες. Η Ε.Ε. αντιλαμβανόμενη αυτό το έλλειμμα βρίσκεται σε διαδικασίες κατάρτισης συνολικών πολιτικών αντισταθμιστικών μέτρων. Δυστυχώς, αν και προτείνεται μείωση φορολογίας, η κυβέρνηση παίρνει πίσω τις εξαγγελίες της ΔΕΘ για συγκεκριμένες φοροελαφρύνσεις και δηλώνει κάθετα ότι δεν πρόκειται να μειωθεί ο Φόρος Ειδικής Κατανάλωσης στα καύσιμα.
Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με μια Κυβέρνηση, η οποία εμπαίζει τους καταναλωτές, αφού επιλέγει για την αύξηση του κόστους της Μwh, η οποία από τον προηγούμενο μήνα έφτασε το 70%, να “επιδοτήσει” κάθε λογαριασμό, ανεξαρτήτως κατανάλωσης και αυξήσεων, με το πάγιο ποσό των 18 ευρώ. Ταυτόχρονα, δεν παρεμβαίνει στην ρίζα του κακού, δηλαδή στην εξάλειψη, αντί της επαναφοράς των golden boys στη ΔΕΗ, με τις υπέρογκες αμοιβές τους, στο “σπάσιμο” των ολιγοπωλιακών πρακτικών στην αγορά ενέργειας, αντί της επιδότησης των κερδών των εταιρειών ενέργειας, στην εξυγίανση του κεντρικού τομέα ενέργειας της κοινωνίας, αντί του ξεπουλήματος της ΔΕΗ.
Τις ιδεοληψίες του κ. Μητσοτάκη θα κληθεί να τις πληρώσει πάλι η κοινωνία. Ιδεοληψίες που πηγάζουν από τον ανταγωνισμό και τα ιδιωτικά συμφέροντα, ιδεοληψίες που εγκαταλείπουν απροστάτευτη και εκτεθειμένη την κοινωνική πλειοψηφία και δεν περιλαμβάνουν ούτε κατά διάνοια την αύξηση του κατώτατου μισθού, γεγονός που θα ενίσχυε κατά πολύ τα εισοδήματα των πολιτών, θωρακίζοντάς τους, απέναντι στις μεγάλες αυξήσεις.
Ο εγωισμός του κ. Μητσοτάκη δεν τον αφήνει να λάβει υπόψη του φυσικά ούτε τις ρεαλιστικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία για μείωση στον ειδικό φόρο κατανάλωσης καυσίμων για όσο διαρκεί το κύμα της ακρίβειας, ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού, παρέμβαση της ΡΑΕ για να μην λειτουργούν καρτέλ, ρύθμιση με διαγραφή μεγάλου μέρους του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε την περίοδο της πανδημίας, πρακτικές που αποτελούν μια ενεργητική πολιτική απέναντι στην ακρίβεια.
Κατά συνέπεια, αντιλαμβανόμαστε ότι το κύμα ανατιμήσεων και οι δύσκολες συνθήκες που διαμορφώνονται δεν οφείλονται μόνο στην παγκόσμια αύξηση των τιμών. Είναι ξεκάθαρο ότι η Κυβέρνηση επιλέγει να κλείσει τα μάτια και να αποστασιοποιηθεί από την κοινωνία, παρά το ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα ανθρωπιστικής κρίσης. Πως αλλιώς να εξηγήσει η κοινή λογική ότι σε καιρό αύξησης των τιμών της ενέργειας, ξεπουλά το μοναδικό εργαλείο άσκησης εθνικής ενεργειακής πολιτικής, μετά από 71 χρόνια ιδρύσεως του, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Ελπίζουμε οι φόβοι μας για μόνιμες συνέπειες να διαψευστούν.
*Βουλευτή Ηρακλείου ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία